Ο Ιησούς Χριστός, την παραμονή του θανάτου του προσευχόταν τον Πατέρα του να
διατηρήσει ενωμένους όλους τους μαθητές του. Δυστυχώς οι μαθητές του, ερμηνεύοντας διαφορετικά τα λόγια του, με την πεποίθηση ότι ο καθένας τα ερμήνευε σωστά, χωρίστηκαν σε διάφορες ομολογίες. Έτσι για πολλούς αιώνες έζησαν μακριά ο ένας από τον άλλο. Κάθε Εκκλησία διαμόρφωσε τις δικές της παραδόσεις, τα δικά της τελετουργικά, και συχνά τις δικές της θεολογικές αλήθειες. Τελευταία όμως, κάτω από την επιρροή του Αγίου Πνεύματος, οι μαθητές του Χριστού (οι χριστιανοί) προσπαθούν να ενωθούν και πάλι σε μια Εκκλησία. Ο ένας θέλει να γνωρίσει τον άλλο, και όλοι μαζί να πορευτούν στο δρόμο της αγάπης και της ενότητας. Ο δρόμος αυτός είναι δύσκολος, αλλά πρέπει να τον διανύσουμε με αγάπη. Όσο περισσότερο θα γνωριζόμαστε τόσο περισσότερο θα ανακαλύπτουμε ότι όλοι είμαστε μαθητές του Χριστού.Τι μας ενώνει;
Επειδή συνηθίζουμε να υπογραμμίζουμε αυτά που μας χωρίζουν από τους αδελφούς μας, εύκολα ξεχνάμε αυτά που έχουμε κοινά στην πίστη και μας ενώνουν, τα οποία είναι περισσότερα από αυτά που μας χωρίζουν. Ορθόδοξοι και Καθολικοί πιστεύουμε στον ίδιο Θεό, στον Ιησού Χριστό που είναι Υιός του Θεού, στο Άγιο Πνεύμα, στην Παναγία, στα ίδια επτά μυστήρια, στην ίδια Αγία Γραφή. Μας ενώνει η ιερή Παράδοση, οι πρώτες 8 Οικουμενικές Σύνοδοι που καθόρισαν το Σύμβολο της Πίστεως. Δηλαδή, ορθόδοξοι και καθολικοί έχουμε κοινά αυτά που αποτελούν την ουσία του Χριστιανισμού. Με το Βάπτισμα δε γινόμαστε καθολικοί ή ορθόδοξοι αλλά χριστιανοί. Το βάπτισμα μας ενσωματώνει στον Ιησού Χριστό, γι’ αυτό όλοι οι βαπτισμένοι αποτελούμε το ένα και το αυτό σώμα του Χριστού, δηλαδή τη «Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία».
Τι μας χωρίζει;
Αν και ουσιαστικά είμαστε ενωμένοι και όλοι οι χριστιανοί αποτελούμε τη μία Eκκλησία του Χριστού, υπάρχουν ωστόσο μερικές διαφορές που δεν πρέπει να υποτιμούμε. Το κύριο πρόβλημα που χωρίζει τις δύο χριστιανικές ομολογίες (Ορθοδοξίας και Καθολικισμού) είναι το «Πρωτείο του Πάπα», που τόσο πολύ τονίζεται στον τόπο μας.
Οι Καθολικοί αναγνωρίζουν στο πρόσωπο του Επισκόπου της Ρώμης, βάσει των υποσχέσεων του Χριστού στον Απόστολο Πέτρο, ένα παγκόσμιο πρωτείο. Το πρωτείο αυτό όμως, παρόλο που είναι πρωτείο εξουσίας, δεν είναι πρωτείο κυριαρχίας επάνω στην Εκκλησία αλλά πρωτείο αγάπης και διακονίας υπέρ της Εκκλησίας, για την εξυπηρέτηση δηλαδή της Εκκλησίας, την εγγύηση της ενότητας της Εκκλησίας και της γνησιότητας του Ευαγγελίου. Οι αδελφοί Ορθόδοξοι αναγνωρίζουν αυτή την παγκόσμια εκκλησιαστική επίβλεψη μόνο στην Οικουμενική Σύνοδο. Αυτή είναι μια σοβαρή διαφορά.
Άλλες διαφορές (όπως η θεολογία γύρω από το Άγιο Πνεύμα και το περίφημο Filioque) έστω και αν μερικοί θεολόγοι τις δραματοποιούν, με λίγη καλή θέληση μπορούν να ξεπεραστούν. Στην ουσία καθολικοί και ορθόδοξοι πιστεύουμε τα ίδια μόνο που το εκφράζουμε διαφορετικά.
Διαφορές που δε χωρίζουν
Άλλες διαφορές, όπως η Αγία Κοινωνία, στη μορφή και στον τρόπο που δίνεται (άρτος άζυμος – όστια, για τους καθολικούς), η εξωτερική διαφορά στο σημείο του Σταυρού, ο τρόπος με τον οποίο τελούνται τα μυστήρια, η Θεία Λειτουργία, η διαφορά στο εορτολόγιο κ.λ.π., δεν αγγίζουν την ενότητα, αλλά εκφράζουν τον πνευματικό πλούτο, τον πλουραλισμό και την ελευθερία των χριστιανών. Κάθε Εκκλησία ζει την πίστη της με το δικό της τρόπο, με τη δική της ιδιοσυγκρασία. Εξάλλου διαφορετικές είναι οι συνθήκες μέσα στις οποίες ζει κάθε Εκκλησία. Το κακό αρχίζει τη στιγμή που μια Εκκλησία κάνει απόλυτο και μοναδικό το δικό της τρόπο, τις δικές της παραδόσεις και δεν αναγνωρίζει στην άλλη Εκκλησία το δικαίωμα να ζήσει το χριστιανισμό με το δικό της τρόπο.
Πού οφείλονται οι διαφορές;
Οι διαφορές οφείλονται σε ιστορικούς, πολιτιστικούς και γεωγραφικούς – τοπικούς λόγους. Στο ότι μία Εκκλησία ανέπτυξε μονομερώς μια αλήθεια, αφήνοντας στην αφάνεια την άλλη. Συχνά η διαφορετική κουλτούρα των λαών οδήγησε σε διαφορετικά κριτήρια ερμηνείας της Αγίας Γραφής που έφεραν διαφορετικά συμπεράσματα. Πάντως, όσο αφορά την Καθολική και Ορθόδοξη Εκκλησία δεν υπήρξε μια προμελετημένη πράξη με την οποία αποφάσισαν να χωριστούν, αλλά βρέθηκαν χωρισμένες «αποξενωμένες» σιγά-σιγά, χωρίς σχεδόν να το αντιληφθούν.
Γιατί στον τόπο μας ζούμε σαν «ξένοι» μεταξύ μας;
Γεγονότα του μακρινού παρελθόντος, όπως οι Σταυροφορίες, μαζί με τα διάφορα κίνητρα του Δυτικού Κόσμου έναντι της Ανατολής, επιδρούν ακόμη αρνητικά στη σύγχρονη νοοτροπία πολλών και «δηλητηριάζουν» τις σχέσεις Καθολικών και Ορθοδόξων στον τόπο μας. Πολλοί στον τόπο μας, δυστυχώς, ταυτίζουν την Καθολική Εκκλησία με το Βατικανό και δίνουν στους Καθολικούς την ακαθόριστη ονομασία του Φράγκου (Γάλλου) ή Ιταλού, ενώ η Καθολική Εκκλησία δεν περιορίστηκε ποτέ σε εθνικότητες, ακριβώς επειδή είναι Καθολική, δηλαδή παγκόσμια. Ο Έλληνας Καθολικός παραμένει συγχρόνως και Έλληνας και Καθολικός. Αυτό πρέπει να αναγνωριστεί εμπράκτως από όλους τους αδελφούς μας Ορθοδόξους.
Τι πρέπει να κάνουμε;
Αν οι χριστιανοί ζούμε με ειλικρίνεια και γνησιότητα το Ευαγγέλιο, θα βρεθούμε αυτόματα ενωμένοι. Η μισαλλοδοξία και ο φανατισμός είναι σαφείς ενδείξεις ότι δεν είμαστε γνήσιοι μαθητές του Χριστού, ο οποίος κήρυξε την αδελφοσύνη και την αγάπη.
Ορθόδοξοι και Καθολικοί ζούμε μαζί αλλά δε γνωριζόμαστε. Συχνά οι γνωριμίες μας βασίζονται επάνω σε αναχρονισμούς, προκαταλήψεις, αμάθεια. Λαός και Κλήρος πρέπει να γνωριστούμε καλύτερα και βαθύτερα μεταξύ μας.
Οι Καθολικοί πρέπει να γνωρίσουν καλύτερα την πίστη τους για να είναι σε θέση να εξηγήσουν με απλότητα στους αδελφούς Ορθοδόξους τι είναι, τι πιστεύουν. Πρέπει επίσης να γνωρίσουν τον πλούτο της Ορθόδοξης Εκκλησίας για να την εκτιμήσουν και να την αγαπήσουν.
Το ίδιο πρέπει να κάνουν οι Ορθόδοξοι. Έτσι, αν κάποτε οι χριστιανοί αποξενώθηκαν χωρίς να το καταλάβουν, θα έρθει μια μέρα που θα κοιταχτούν στα μάτια και θα βρεθούν και πάλι αδέλφια.
Πηγή episkopisyrou.gr