13 ΜΑΪΟΥ ΜΝΗΜΗ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΜΑΡΙΑΣ ΤΗΣ ΦΑΤΙΜΑ

(συνέχεια)
Οι Ποντίφικες και η Φάτιμα
Πολυάριθμες είναι οι επισκέψεις των Αγίων Πατέρων στη Φάτιμα κατά τη διάρκεια της ιστορίας του προσκυνήματος.  Ο πρώτος Πάπας που πήγε ήταν ο Παύλος ο 6ος ο οποίος με αφορμή την πεντηκοστή επέτειο των Εμφανίσεων την επισκέφτηκε στις 13 Μαΐου 1967. Ο Ιωάννης Παύλος Β’ την επισκέφτηκε στις 13 Μαΐου 1982, ένα χρόνο αφότου είχε δεχτεί τη δολοφονική επίθεση στην πλατεία του Αγίου Πέτρου και το 1991, δέκα χρόνια μετά την επίθεση. Επέστρεψε στις 13 Μαΐου 2000  για την μακαριωνυμία της Υακίνθης και του Φραγκίσκου. Ο Πάπας Βενέδικτος 16ος  επισκέφτηκε το προσκύνημα το 2007 ενώ ο Πάπας Φραγκίσκος το 2017 με την ευκαιρία των 100 χρόνων από τις εμφανίσεις. 
Οι αφιερώσεις στην Αμίαντη Καρδιά της Παναγίας
Στις 13 Μαΐου 1931 η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Πορτογαλίας, ακολουθώντας το μήνυμα της Φάτιμα, προέβη στην πρώτη αφιέρωση της χώρας στην Αμίαντη Καρδία της Μαρίας. Στις 31 Οκτωβρίου και στις 8 Δεκεμβρίου 1942 ο Πάπας Πίος ο 12ος αφιέρωσε όλο τον κόσμο στην Αμίαντη Καρδία της Παναγίας και στις 7 Ιουλίου του 1952, σύμφωνα με όσα  είχε ζητήσει η Παναγία της Φάτιμα, αφιέρωσε καθ’ ιδιαίτερο τρόπο στη Θεοτόκο τους λαούς της Ρωσίας. Επί τη ευκαιρία της ολοκλήρωσης των εργασιών της τρίτης περιόδου της Β Βατικανής Συνόδου (2 Νοεμβρίου 1964) ο Πάπας Πάυλος ο 6ος ανανέωσε την αφιέρωση ολόκληρης της ανθρωπότητας στην Αμίαντη Καρδία της Αειπαρθένου Μαρίας.
Το “Τρίτο μυστικό της Φάτιμα”
Μετά από την μακαριωνυμία των τριών μικρών βοσκών, ο τότε γραμματέας του κράτους του Βατικανού Καρδινάλιος Άντζελο Σοντάνο, ανέγνωσε στα πορτογαλικά την ανακοίνωση σχετική με το λεγόμενο τρίτο μυστικό της Φάτιμα. Στην πραγματικότητα ήταν το τρίτο μέρος του οράματος που είχαν λάβει η Λουκία, ο Φραγκίσκος και η Υακίνθη κατά την εμφάνιση της 13ης Ιουλίου 1917. Μόλις ένα μήνα αργότερα, στις 26 Ιουνίου 2000, ο Ιωάννης Παύλος Β έδωσε άδεια στη Σύνοδο για τη Διδασκαλία της Πίστεως, να δημοσιοποιήσει το κείμενο, που είχε στην κατοχή της και φύλαγε όλα αυτά τα χρόνια.
Με λίγα λόγια, το πρώτο μέρος ασχολείται με το τρομακτικό όραμα της κολάσεως, ή καλύτερα την αυτοκαταδίκη των αμαρτωλών ψυχών. Στο δεύτερο μέρος, η Παναγία δήλωσε ότι η εξάπλωση της ευλάβειας προς την Αμίαντη Καρδιά Της θα συμβάλει στη σωτηρία των πιστών. Το κείμενο που είναι γνωστό μέχρι το 2000 σταματάει εδώ και ανάγεται στο έτος 1941 όταν η Λουκία, από υπακοή, αποκάλυψε μόνο τα δύο πρώτα μέρη.
Όσον αφορά το τρίτο μέρος, αυτό γράφτηκε στις 3 Ιανουαρίου 1944 και εστάλη στο Βατικανό. Το αντικείμενό του είναι σχετικό με τους διωγμούς που θα υποστεί η Εκκλησία και τα μέλη της, συμπεριλαμβανομένου «του επισκόπου ντυμένου στα λευκά». Ο τότε πρόεδρος της Συνόδου για τη Διδασκαλία της Πίστεως, καρδινάλιος Ιωσήφ Ράτσινγκερ, συνέγραψε ένα θεολογικό σχολιασμό που συνόδευε το κείμενο του τρίτου μέρους του «Μυστικού». «Η λέξη κλειδί αυτού του “Μυστικού” είναι η τριπλή κραυγή: “Μετάνοια, Μετάνοια, Μετάνοια!”…
Στην Αδελφή Λουκία φαίνοταν όλο και πιο ξεκάθαρο ότι ο σκοπός όλων αυτών των εμφανίσεων ήταν να αυξάνεται όλο και περισσότερο η πίστη, η ελπίδα και η αγάπη – όλα τα υπόλοιπα άλλο σκοπό δεν είχαν από το να οδηγήσουν σε αυτό...» .
Επίλογος
Η Εκκλησιαστική Αρχή, ανέκαθεν αναγνώρισε στη Φάτιμα έναν φάρο που ακόμα και σήμερα συνεχίζει να ρίχνει το φως του, προσκαλώντας τον αποπροσανατολισμένο κόσμο στον μοναδικό λιμένα της σωτηρίας.
Επομένως, οι προειδοποιήσεις της Παναγίας, δεν αποτελούν ένα σκιάχτρο για την ανθρωπότητα ούτε μια ευκαιρία για περίεργους ανθρώπους και καταστροφολόγους, αλλά είναι μια πρόσκληση για ελπίδα, που πηγάζει από τη βεβαιότητα ότι ο Θεός θέλει το καλό μας και το επιδιώκει με κάθε κόστος.
Τέλος